γροθοκόπημα

γροθοκόπημα
το
χτύπημα με γροθιές: Ύστερα από τόσο γροθοκόπημα κατέληξε στο νοσοκομείο.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • γροθοκόπημα — το βλ. γρονθοκόπημα …   Dictionary of Greek

  • γροθοπατινάδα — η (ειρων.), το γροθοκόπημα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”